Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Δευτέρα, 24 Οκτωβρίου 2016 00:19

Οι ‘ολίγοι’ …και οι πολλοί! (Στήλη: Ο Μικρός Ήρως)

thoukidides

Γράφει ο… Σπίθας

 

«Δεν πρέπει να φοβάστε το πλήθος των εχθρών, αφού δεν κατάγεστε από πολιτεία όπου οι πολλοί εξουσιάζουν τους λίγους,  αλλά, αντίθετα, στην πολιτεία σας τους πολλούς εξουσιάζουν οι λίγοι, οι οποίοι δεν έχουν αποκτήσει την εξουσία τους με άλλον τρόπο παρά με την αγωνιστική τους υπεροχή.»[1]

Αυτά τα λόγια βάζει στο στόμα του ολιγαρχικού Λακεδαίμονα στρατηγού Βρασίδα ο Θουκυδίδης περιγράφοντας την Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 25 ολόκληρους αιώνες πρίν από σήμερα. Ο Βρασίδας προσπάθησε να εμψυχώσει τους οπλίτες του, προκειμένου να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση που είχε βρεθεί· και το κατάφερε δίνοντας αυτοπεποίθηση στους οπλίτες του που ήταν μαθημένοι να ζουν ως μειοψηφία και να κυριαρχούν επί ενός, υπέρτερου αριθμητικά, πληθυσμό ειλώτων· αλλά όχι λόγω της «αγωνιστικής τους υπεροχής», όπως καυχώνταν: το κύριο όπλο ήταν η στυγνή καταπίεση που έφτανε στη φυσική εξόντωση όσων σήκωναν κεφάλι. [2]

Οι σύγχρονες ολιγαρχίες έχουν πιο «εξευγενισμένους» τρόπους να διατηρούν την κυριαρχία τους. Προκειμένου να επιτύχουν τη ‘συναίνεση’ των καταπιεζόμενων στις πολιτικές τους έχουν τελειοποιήσει τις τεχνικές χειραγώγησης των πλατειών μαζών, αξιοποιώντας τις μελέτες στρατιών ‘διανοουμένων’ που εργάζονται για λογαριασμό τους. Έτσι κατόρθωσαν τα τελευταία χρόνια να πάρουν πίσω όλες τις κατακτήσεις των εργαζομένων σε παγκόσμιο επίπεδο, χρησιμοποιώντας ‘τεχνικές’ που περιγράφονται με μεγάλη οξυδέρκεια από την Ναόμι Κλάιν στο «Δόγμα του Σοκ».

Στη χώρα μας όμως το κακό παράγινε.

Όχι μόνο κατόρθωσαν να απορροφήσουν τους κραδασμούς που έφερε στο πολιτικό σύστημα η ανάλγητη πολιτική των μνημονίων, αλλά πέτυχαν να εφαρμόσει την πολιτική τους το πολιτικό υποκείμενο που επέλεξε ο ελληνικός λαός για να τον βγάλει από τη δύσκολη θέση που είχε βρεθεί, ακριβώς λόγω των μνημονίων!

Έτσι όμως άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου.

Διέρρηξαν τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας και δημιούργησαν μια τόσο βαθειά κρίση που τα αποτελέσματά της θα φανούν στο επόμενο διάστημα: σήμερα στη χώρα μας κανείς δεν πιστεύει κανέναν, κανείς δεν ελπίζει σε τίποτα. Αυτό μπορεί να φαίνεται πρώτα στο στρατόπεδο των ‘ηττημένων’, στο στρατόπεδο των πολλών. Πορεύονται χωρίς ελπίδα για το μέλλον των ίδιων και των παιδιών τους. Πασκίζουν να περισώσουν ότι είναι δυνατό να περισωθεί, περιχαρακώνονται στον ιδιωτικό τους χώρο αδιαφορώντας για οποιοδήποτε είδος συλλογικής προσπάθειας και πάλης. Μερικές μεμονωμένες φωνές και στάσεις ζωής δεν αρκούν για να κρύψουν το γενικότερο κλίμα απαξίωσης και παραίτησης. Έτσι όμως απομακρύνεται κάθε ελπίδα για την ανάκαμψη της χώρας και της οικονομίας της.

Μέσα στο ζοφερό αυτό κλίμα και καθώς οι δανειστές εμμένουν στην άκαμπτη και σκληρή στάση τους, που δεν αφήνει καμία χαραμάδα αισιοδοξίας για το εγχώριο πολιτικό σύστημα, είναι φανερό ότι μας περιμένουν ακόμη χειρότερες μέρες, ακόμη πιο επικίνδυνες περιπέτειες.

Οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να προβάλουν κάποια αντίσταση – έστω και τώρα – έχουν διασπαρεί και διασπείρονται ακόμη περισσότερο κάθε μέρα που περνάει. Θυμίζουν στράτευμα που έχει καταληφθεί από πανικό και σκορπίζει στους πέντε δρόμους σε άτακτη υποχώρηση.

Η κοινωνία μας βρίσκεται σε μια ιστορική καμπή.

Δεν κατόρθωσε να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις των καιρών και να αποκρούσει την πρωτοφανή επίθεση που δέχτηκε. Το ίδιο δεν το κατόρθωσαν και εκείνες οι δυνάμεις που ομιλούν στο όνομα των ‘πολλών’.

Οι κοινωνίες όμως δεν πεθαίνουν, έτσι απλά. Δεν είναι δυνατόν οι ‘ολίγοι’ να εξαφανίσουν τους ‘πολλούς’, καθώς η κυριαρχία τους στηρίζεται στην ύπαρξη των ‘πολλών’. Διότι δεν υπάρχουν οι ολιγαρχίες χωρίς τη μεγάλη πλειοψηφία που θα ζει και θα εργάζεται, υπό το κράτος του φόβου, για λογαριασμό των ολιγαρχών.

Μέσα από τις σημερινές μεγάλες περιπέτειες που περνάμε, μέσα από την κοινωνική καταστροφή, τη βαρβαρότητα και την αναλγησία των ‘ολίγων’ θα δημιουργηθεί βήμα με βήμα, ένα  νέο πολιτικό υποκείμενο που με φρόνηση, και αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, θα οικοδομήσει μια νέα συλλογικότητα, ‘τέκνο της ανάγκης’, για την επιβίωση του λαού και της χώρας. Που θα θέσει αποφασιστικά, με ψυχραιμία και φρόνηση τα πολιτικά προτάγματα που είναι απαραίτητα προκειμένου να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο και το τέλμα που έχουμε πέσει: τη συμμετοχή της χώρας στην ευρωζώνη, την ΕΕ, τη διευθέτηση του δημόσιου χρέους – με ή χωρίς τη συναίνεση των δανειστών – και θα βάλει τις βάσεις για μια νέα, κοινωνικά δίκαιη, παραγωγική δραστηριότητα σε όφελος των ‘πολλών’ και όχι των ολιγαρχών.  Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να θέσει πρώτα απ’ όλα την πολιτική σε όφελος των πολλών και όχι την εξυπηρέτηση ενός χρεοκοπημένου κοινωνικού μοντέλου που καταδυναστεύει τη ζωή μας.

Από λόγια έχουμε χορτάσει. Το κριτήριο της στάσης του καθενός είναι η πράξη και μόνον η πράξη. Ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν για όλους μας.

 [1] Θουκυδίδου, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, βιβλίο Δ, σ. 187, σε μετάφραση του Άγγελου Βλάχου.

[2] Ο Θουκυδίδης αναφέρει τα εξής :«Οι Σπαρτιάτες ήθελαν, επίσης, ν’απομακρύνουν από την Λακωνική, με κάποια εύλογη πρόφαση, πολλούς είλωτες, από φόβο μην επαναστήσουν μ’ ευκαιρία την κατοχή της Πύλου από τους Αθηναίους. Έκαναν και το εξής, επειδή φοβόνταν και το πλήθος των ειλώτων και την διάθεσή τους να επαναστατήσουν· άλλωστε από πάντα η πολιτική των Σπαρτιατών απέναντι στους είλωτες ήταν να προφυλάγωνται απ’ αυτούς. Προκήρυξαν ότι όσοι από τους είλωτες θεωρούν ότι πρόσφεραν μεγάλες υπηρεσίες με την ανδρεία τους στον πόλεμο, έπρεπε να παρουσιαστούν, για να κριθούν και ν’ απελευθερωθούν. Στην πραγματικότητα ήταν μια δοκιμασία, γιατί οι Σπαρτιάτες πίστευαν ότι όσοι είχαν την απαίτηση να ελευθερωθούν πρώτοι, σαν πιο γενναίοι, αυτοί και θα είχαν την μεγαλύτερη διάθεση να επαναστατήσουν. Ξεδιάλεξαν δύο, περίπου, χιλιάδες οι οποίοι, θεωρώντας ότι είναι ελεύθεροι, φόρεσαν στεφάνια και περιφέρονταν γύρω από τους ναούς, αλλά λίγο αργότερα οι Σπαρτιάτες τους εξαφάνισαν όλους και κανείς δεν έμαθε ποτέ με ποιο τρόπο σκότωσαν τον καθένα». (Βιβλίο Δ΄ σελ. 152-53).